
Κολώνα του Ζίκα Μπογκντάνοβιτς: «All OUT» καριέρα για όλες τις εποχές
Αν αυτό είναι το τέλος, αν δεν συμβεί κάποιο θαύμα, τότε αυτό πρέπει να γραφτεί. Ο Ντομαγκόι Ντούβνιακ είναι το σύμβολο της αφοσίωσης στο χάντμπολ. Αφίσα του στρατιώτη στα χαρακώματα. Μια καριέρα που δύσκολα θα ξαναδούμε σύντομα. Από την αρχή μέχρι το τέλος στο maximum. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία μέρα έπαιζε τα πάντα, εμψύχωνε τους πάντες, ήθελε τα πάντα, ήταν παράδειγμα για όλους και όλοι πάντα, τώρα και για πάντα δοξάζουν αυτόν τον καλό τύπο από το Τζάκοβο. Ένα αυθεντικό χαρακτήρα από κάποιο κόμικ ή κινούμενο σχέδιο με ατίθαση κόμη και έντονα χαρακτηριστικά προσώπου. Αστέρι, αλλά όχι ένα απλό αστέρι, παράδειγμα του πώς πρέπει να είναι τα πράγματα, πώς είναι απαραίτητα, μοντέρνος και παλιομοδίτης, άνθρωπος με τρόπους αλλά χωρίς αδυναμίες, σεμνός αλλά όχι μαλακός, άνθρωπος με ενέργεια που αφοπλίζει και ζεσταίνει όσους βρίσκονται γύρω από τη φωτιά που καίει μέσα του.
Ακούγεται τρελό ότι ο πόνος των μυών, και μάλιστα τόσο ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση, μπορεί να σταματήσει κάποιον από το να επιτεθεί στο βάθρο της νίκης με την εθνική του ομάδα και να γράψει ιστορία. Ακούγεται άδικο. Πολύ άδικο, όπως «τι αμαρτία έκανα;». Πριν από εφτά χρόνια στη Σπλιτ, σήμερα στο Ζάγκρεμπ. Και τότε δεν είχε σημασία, η Σερβία ήταν ήδη πίσω στο σκορ, το παιχνίδι είχε αποφασιστεί, το τέλος είχε έρθει. Μπορούμε να εικάσουμε μόνο αν ευθύνεται το άγχος, η υπέρταση, η υπερβολική επιθυμία να βάλει το χρυσό μετάλλιο και αυτός προσωπικά γύρω από το λαιμό του. Παρόλο που για την σημερινή Κροατία αυτό δεν είναι ρεαλιστικό, ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα να πιστεύει. Το καλύτερο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι «δεν ήταν γραφτό». Αν δεν ήταν γραφτό, τότε τα πράγματα θα υποβληθούν πιο εύκολα. Αυτή η απογοήτευση θα κρατήσει, αλλά μένει μια τεράστια καριέρα και το μήνυμα που έστειλε.
Έδωσε ό,τι είχε. Πολύ περισσότερο από ό,τι πολλοί νομίζουν ότι μπορούν να αποσπάσουν από τον εαυτό τους, λέγοντας ότι αυτός είναι ο μέγιστος δυνατός τους. Το να δώσεις όλο σου τον εαυτό, να πηγαίνεις ολοκληρωτικά χωρις εγωισμό είναι κάτι συχνά αδιανόητο στις νέες γενιές. Αυτό ήταν το μοναδικό που ήξερε και μπορούσε να κάνει ο Ντομαγκόι Ντούβνιακ. Και γι’ αυτό μια μέρα δεν θα έχει τίποτα για να μετανιώσει. Τα έβαλε όλα στο τραπέζι και το έκανε έτσι για 19 χρόνια. Πολλοί μετά από πέντε χρόνια ήδη ψάχνουν πώς να ξεφύγουν όταν λαμβάνουν πρόσκληση από την εθνική ομάδα για μια δράση που, κατά την άποψή τους, δεν θεωρούν τόσο σημαντική. Σπάνια κάποιος «φορτώνει την μοίρα στους ώμους του και πηγαίνει όπου χρειάζεται».
Ήταν μεγάλος και στη νίκη και στην ήττα. Τον προστάτευαν, τον φροντίζαν, γνωρίζοντας την αξία του. Προστάτευε τους προπονητές και τους εκλέκτορες παρόλο που η νευρικότητα έβγαινε από τα αυτιά του, σεβόμενος τη θέση κάθε ατόμου στην ομάδα. Από παιδί-θαύμα που θα συνέχιζε εκεί που σταμάτησαν οι Μπαλίτς και Λάκοβιτς μέχρι τις καλοκαιρινές επικρίσεις για την ηλικία, η παρουσία του διήρκεσε τόσο που πέρασε τα πάντα και από το Vox populii.
Με τον Ντούβνιακ φεύγει για πάντα μια Κροατία. Φεύγει μια εποχή.
Αλλά ο Ντούλε μένει Ντούλε. Ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών από αυτές τις περιοχές. Ένας από τους μακροβιότερους. Αγαπητός και σεβαστός. Αγαπημένος. Υπήρξαν πολλοί μεγάλοι παίκτες στην Κροατία, αλλά σπάνιοι ήταν αυτοί που αγαπήθηκαν ομόφωνα χωρίς το «αλλά» στην τρίτη, στην έβδομη ή στη δέκατη πρόταση.
Με πολλά μετάλλια γύρω από τον λαιμό.
Τι παραπάνω θα μπορούσε κάποιος να ζητήσει από τη ζωή;